Επιχορηγήσεις: προβλήματα και προτάσεις


Βασίλης Νούλας - ομάδα Nova Melancholia

Συνδεδεμένες με την πολιτιστική πολιτική για τις παραστατικές τέχνες, οι επιχορηγήσεις οφείλουν να παίξουν έναν ουσιώδη ρόλο στη διαμόρφωση του θεατρικού τοπίου της χώρας. Για εμάς ο στόχος είναι καθαρός: η εύρυθμη λειτουργία ενός ισορροπημένου συστήματος κρατικών επιχορηγήσεων που να είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένου οράματος το οποίο θα εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη προοπτική για τις παραστατικές τέχνες στην Ελλάδα. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το νέο ερευνητικό κομμάτι του θεάτρου και του χορού θα αντιμετωπίζεται με προνομιακό τρόπο, διότι αποτελεί τη βασική πηγή ανανέωσης στις παραστατικές τέχνες.
Θεωρούμε ότι τα αποτελέσματα των τελευταίων επιχορηγήσεων για το θέατρο δείχνουν μια συντηρητική στροφή και ότι επιλέγουν να αγνοούν επιδεικτικά εκείνο το κομμάτι του θεάτρου που εμείς θεωρούμε ότι είναι το πιο ζωντανό, το πιο ανήσυχο και σε επαφή με τις σύγχρονες τάσεις πειραματισμού. Επιπλέον, διαπιστώνουμε ότι τα αποτελέσματα των τελευταίων επιχορηγήσεων μοιάζει να αγνοούν τις επιλογές άλλων επίσημων κρατικών θεσμών ή φορέων που στηρίζονται από το ΥΠΠΟΤ. Θέλω να πω ότι φαίνεται παράδοξο να μένουν έξω από τις επιχορηγήσεις ή να «κατεβαίνουν οικονομική βαθμίδα» (σαν να τιμωρούνται) ομάδες που επιλέχθηκαν από το Φεστιβάλ Αθηνών ή που εκλήθησαν από το Εθνικό Θέατρο ή που συμμετείχαν στο Σύστημα Αθήνα. Φαίνεται λες και η γνωμοδοτική επιτροπή των τελευταίων επιχορηγήσεων είτε να μην παρακολουθεί τι συμβαίνει στην Αθήνα και τι είδους πολιτιστική πολιτική προσπαθούν να χαράξουν μέσω των επιλογών τους άλλοι επίσημοι φορείς όπως το ΙΤΙ ή το Εθνικό Θέατρο, είτε να εναντιώνεται συνειδητά σε αυτές. Σε κάθε περίπτωση δημιουργείται η αίσθηση ασυνέχειας και σύγχυσης.
Η λογική του ύφους να επιχορηγείται τη μια χρονιά η μία ομάδα, την επόμενη χρονιά η δεύτερη ομάδα στη θέση της πρώτης, την μεθεπόμενη η τρίτη, είναι κοντόφθαλμη, καιροσκοπική, κι εν τέλει δεν ωφελεί -σε βάθος χρόνου- καμία ομάδα, αλλά διαιωνίζει ένα θολό και τυχαίο καθεστώς αβεβαιότητας και καλλιτεχνικής μετριότητας. Αυτό που χρειάζονται οι ομάδες εκ μέρους της πολιτείας είναι η δέσμευση, η προοπτική και η σωστή παρακολούθηση και όχι ένα καθεστώς ανασφάλειας κι συγκυριακού χαρακτήρα .
Ούτε στέκει η λογική που λέει ότι εφόσον μια ομάδα δείχνει τη δουλειά της στο πλαίσιο του Εθνικού Θεάτρου ή ενός άλλου θεσμού, θα πρέπει να της κόψουμε την επιχορήγηση για να τη δώσουμε σε κάποια άλλη ομάδα που μέχρι τότε δεν επιχορηγούταν. Μα, για να επιχορηγηθεί μία ομάδα για πρώτη φορά, θα πρέπει να κοπεί η επιχορήγηση από κάποια άλλη νέα ομάδα; Αυτό είναι παράλογο. Το να κόβεις την επιχορήγηση σε μια ομάδα που δείχνει την δυναμική της στο πλαίσιο κάποιου Φεστιβάλ ή άλλου Φορέα, είναι σαν να την τιμωρείς αντί να χαίρεσαι για την πρόοδό της.
Ουδόλως υποστηρίζω ότι άπαξ και μια ομάδα πάρει επιχορήγηση πρέπει να παίρνει εις το διηνεκές. Διότι ούτε το ένα άκρο είναι σωστό (ισόβια επιχορήγηση) αλλά ούτε και το άλλο (επιχορήγηση στη χάση και στη φέξη, τυχαία). Κι όμως, στο υπάρχον καθεστώς επιχορηγήσεων παρατηρούμε να ισχύουν και τα δύο αυτά άκρα: ισόβια επιχορήγηση για κάποιους καταξιωμένους «παλαιούς» του χώρου αφενός, κι αφετέρου συγκυριακή, ασυνεχής, αβέβαιη επιχορήγηση για τις νεώτερες ομάδες και κυρίως για τις ομάδες του ερευνητικού χώρου!
Μοιάζει λοιπόν τα αποτελέσματα των επιχορηγήσεων να μην υπαγορεύονται από κριτήρια και πολιτικές με συνέπεια και προοπτική άλλα να είναι έρμαια των προσωπικών γούστων, προτιμήσεων και γνωριμιών των εκάστοτε προέδρων ή μελών των επιτροπών. Δηλαδή ξεπέφτουμε σε δύο συγκεκριμένες λογικές. Πρώτη λογική: «έχω δει κάποτε κάποια παράστασή σου, η οποία δεν μου άρεσε, οπότε δεν θα πάρεις επιχορήγηση». Εδώ αντί να εξετάζεται η συνολική πορεία μιας ομάδας, η διαφαινόμενη δυναμική της, η συνάρτηση και η συνομιλία της με το συνολικό τοπίο των παραστατικών τεχνών σήμερα, αντιμετωπίζεται μονάχα μια επιμέρους παράσταση, ξεκομμένα, απομονωμένα, και μάλιστα με όρους μ’ αρέσει – δεν μ’ αρέσει, δηλαδή «συνάδει ή δεν συνάδει με την ιδέα που έχω εγώ για το πώς πρέπει να γίνεται το θέατρο». Αυτή η λογική είναι εντελώς καταστροφική για τις νέες πειραματικές ομάδες!
Δεύτερη λογική: «δεν έτυχε να σε ξέρω ή να έχω ακούσει κάτι για σένα, δεν θα πάρεις επιχορήγηση απλώς γιατί τυχαίνει να αγνοώ τη δουλειά σου και δεν μπαίνω στον κόπο να ασχοληθώ μαζί σου». Τα μέλη της γνωμοδοτικής επιτροπής θα πρέπει να επιδεικνύουν περιέργεια και διάθεση αναζήτησης και ανακάλυψης νέων ομάδων και τάσεων, και όχι να επαφίενται μονάχα σε πρόσωπα και πράγματα που ήδη γνωρίζουν. Ο χώρος των παραστατικών τεχνών είναι ένας ζωντανός παλλόμενος οργανισμός που συνεχώς μεταβάλλεται και διευρύνεται με νέα μέλη και νέους τρόπους σκέψης. Χρέος της πολιτιστικής πολιτικής είναι καταρχάς η παρακολούθηση του κινούμενου αυτού χώρου και η ανάδειξη των πιο ελπιδοφόρων περιπτώσεων! Αντ’ αυτού εμείς νιώθουμε ότι επικρατεί αδιαφορία και άγνοια για το δυναμικό των νέων ομάδων.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Στην πρόσφατη συνάντηση της Κίνησης Μαβίλη στο Υπουργείο Πολιτισμού, ανάμεσα σε άλλα, διατυπώθηκε από μέρος του Υπουργείου προβληματισμός για τη μελλοντική σύσταση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής. Ο προβληματισμός δεν αφορούσε μόνο στο ποια πρόσωπα και πόσα στον αριθμό θα πρέπει να απαρτίζουν τη γνωμοδοτική επιτροπή, αλλά επεκτάθηκε στο γεγονός πως συχνά αναζητούνται και δεν βρίσκονται άτομα για να αναλάβουν την ευθύνη και το ψυχικό κόστος μιας τέτοιας θέσης. Κατά τη γνώμη μας, όσο το πλαίσιο που διέπει τη διανομή των χρημάτων δεν καθορίζεται από συγκεκριμένα κι εμπεριστατωμένα κριτήρια, τόσο τα πρόσωπα της Επιτροπής θα είναι ευάλωτα στην κριτική και στις πανταχόθεν πιέσεις. Η ύπαρξη ενός στιβαρού πλαισίου κανόνων και κριτηρίων με συγκεκριμένο όραμα και άποψη πολιτιστικής πολιτικής θα διασφαλίζει την απρόσκοπτη λειτουργία της γνωμοδοτικής επιτροπής. Η εκπόνηση αυτού του πλαισίου δεν είναι δουλειά των μελών της εκάστοτε Επιτροπής, αλλά θα πρέπει να σχεδιαστεί μια και καλή από μια ομάδα ειδικών με τόλμη και με επαφή με τα σύγχρονα δεδομένα στο χώρο των παραστατικών τεχνών. Αν εξασφαλισθεί ένα τέτοιο αποσαφηνισμένο πλαίσιο, τότε τα μέλη των Γνωμοδοτικών Επιτροπών θα μπορούν να κάνουν το έργο τους με μεγαλύτερη άνεση και υπευθυνότητα.       
Αυτό που μπορούμε να κάνουμε σήμερα, εδώ, είναι να διατυπώσουμε κάποιες εύλογες προτάσεις προς την κατεύθυνση της δημιουργίας αυτού του πλαισίου.  
1. Χρειάζεται να γίνει μια θεατρολογική, επιστημονική καταγραφή του δαιδαλώδους θεατρικού τοπίου της Αθήνας και της χώρας και να υπάρξει μια ορισμένη κωδικοποίηση σε κατηγορίες και είδη ομάδων. Αυτό που με έναν δημοσιογραφικό έστω τρόπο επιχειρεί να κάνει το Αθηνόραμα με τις διάφορες «κατηγορίες» του θα πρέπει επιτέλους να γίνει υπεύθυνα από το Υπουργείο και τα Πανεπιστήμια και μάλιστα να αναδιαμορφώνεται και να αναθεωρείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το ΕΚΕΘΕΧ είχε αρχίσει μια προσπάθεια χαρτογράφησης, το Υπουργείο –αγνοώντας αυτή την προσπάθεια;- επιχειρεί το ίδιο πράγμα με το περίφημο Μητρώο. Όμως η απλή καταγραφή ομάδων και προσώπων δεν αρκεί. Αυτό που χρειάζεται είναι η επιστημονική επεξεργασία αυτών των δεδομένων και η παραγωγή συμπερασμάτων που να οδηγεί σε λήψη αποφάσεων και μέτρων. Χρειάζεται να οδηγηθούμε σε διαχωρισμούς, σε μια οργάνωση ανά κατηγορίες και είδη για να βάλουμε μια τάξη. Αν γίνει αυτό, τότε θα μπορούν και οι επιχορηγήσεις να επιμεριστούν σε συγκεκριμένες κατηγορίες και υποκατηγορίες με συγκεκριμένα κριτήρια σε κάθε μία από αυτές έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο διακριτός τους χαρακτήρας. Δεν κάνουμε όλοι το ίδιο θέατρο, δεν έχουμε όλοι το ίδιο κοινό, δεν έχουμε την ίδια δυναμική, δεν έχουμε τους ίδιους στόχους!  
2. Να δημιουργηθεί ειδική, ξεχωριστή υποκατηγορία «Νεώτερων Ερευνητικών Ομάδων» με συγκεκριμένα κριτήρια και να ορισθεί συγκεκριμένο ποσοστό επί του συνολικού ποσού των επιχορηγήσεων που θα διατίθεται σε αυτό το πιο νευραλγικό κομμάτι των παραστατικών τεχνών. Οι ανάγκες και ο τρόπος λειτουργίας αυτών των ομάδων δεν είναι ο ίδιος, ας πούμε, με τους θιάσους ρεπερτορίου.
3. Να αποσυνδεθεί η αίτηση για επιχορήγηση από τον προγραμματισμό όλης της σεζόν. Αυτή η λογική που μέχρι σήμερα ισχύει, του προγραμματισμού της σεζόν με παραστάσεις που απλώνουν σε διάρκεια, κλπ., είναι ανακόλουθη με τις αναζητήσεις και τους στόχους των νεώτερων ερευνητικών ομάδων. Εμείς ζητάμε να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία στις αιτήσεις. Να μπορεί μια ομάδα να κάνει αίτηση για ένα μεμονωμένο πρότζεκτ σε οποιαδήποτε στιγμή του έτους (που μπορεί να έχει αμιγώς ερευνητικό χαρακτήρα, ή μεικτό χαρακτήρα: έρευνα και παρουσίαση του αποτελέσματος, ή καθαρά παραστασιακό χαρακτήρα –αλλά όχι απαραίτητα μεγάλο αριθμό παραστάσεων). Προς μια τέτοια κατεύθυνση κινήθηκε η Γνωμοδοτική Επιτροπή του Χορού του ΕΚΕΘΕΧ, η οποία για πρώτη φορά δημιούργησε την κατηγορία της έρευνας. Το παράδειγμα αυτής της προσπάθειας θα πρέπει να εφαρμοστεί και να εμπλουτιστεί περαιτέρω και στον τομέα του Θεάτρου. 
4. Να μπορούν να κάνουν αίτηση για επιχορήγηση και φυσικά πρόσωπα. Έτσι δημιουργείται πραγματική ευελιξία και δεν υποχρεούνται οι νέοι καλλιτέχνες, προκειμένου να διεκδικήσουν κρατική αρωγή, να συστήσουν «Αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία» με όλη την οικονομική και γραφειοκρατική επιβάρυνση που σημαίνει κάτι τέτοιο. Και σε αυτό το σημείο η Επιτροπή του ΕΚΕΘΕΧ για τον χορό ήταν πρωτοπόρα!
5. Να καταργηθεί το άτυπο πλαφόν που ισχύει στις επιχορηγήσεις Θεάτρου: τα ποσά στις πρόσφατες επιχορήγησης ξεκινούσαν από τις 17.000 ευρώ. Γιατί να συμβαίνει αυτό; Για ένα συγκεκριμένο πρότζεκτ, για μια δράση, ή για ένα ερευνητικό πρόγραμμα θα αρκούσαν και λιγότερα χρήματα. Στις παραστάσεις μας συχνά οι συντελεστές δεν αμείβονται ή αμείβονται πενιχρά. Ακόμα και 5.000 ευρώ θα ήταν αρκετές για να δοθούν κάποιες αμοιβές.
6. Να διαχωριστούν οι χρηματοδοτήσεις θιάσων από τις χρηματοδοτήσεις θεατρικών χώρων. Με αυτόν τον τρόπο, οι θεατρικοί χώροι θα μπορούν να χαράσσουν τη δική τους πολιτιστική πολιτική, η οποία εξ ορισμού δεν μπορεί να ταυτίζεται με την πορεία μίας θεατρικής ομάδας. Σήμερα συμβαίνει το εξής παράδοξο: ομάδες που παίρνουν επιχορήγηση να εισπράττουν επί πλέον και το ενοίκιο από το θέατρό τους που νοικιάζουν σε άστεγες ομάδες που μπορεί να μην παίρνουν επιχορήγηση! Θα πρέπει οι επιχορηγήσεις θεατρικών χώρων να αποτελέσουν μια ξεχωριστή κατηγορία και να υποχρεώνουν τους ιδιοκτήτες τους στην χάραξη μιας πολιτιστικής πολιτικής που θα προσδώσει στον κάθε θεατρικό χώρο μια ιδιαίτερη ταυτότητα και θα στοχεύει σε ένα συγκεκριμένο κοινό.
7. Να συσταθούν ξεχωριστές κατηγορίες μέσω των οποίων μία ομάδα να μπορεί να ζητήσει οικονομική αρωγή για συγκεκριμένο λόγο, όπως π.χ.: α) έξοδα λειτουργίας χώρου, β) καλλιτεχνική παραγωγή, γ) έρευνα-εκπαίδευση, δ) περιοδεία, ε) υλικοτεχνική υποδομή, κλπ. 
8. Να δοθεί έμφαση στη δημιουργία εναλλακτικών δικτύων επιχορήγησης που να δρουν σε συνεννόηση και με τρόπο συμπληρωματικό: Δήμος, Νομαρχίες, ΟΠΑΠ, κ.ά. Οι επιχορηγήσεις δεν χρειάζεται να είναι αποκλειστικά κρατικές, μέρος τους και ανάλογα την περίπτωση, μπορεί να είναι δημοτικές, νομαρχιακές, μεικτές, κλπ.
9. Επιπλέον, θα πρέπει η Πολιτεία να δώσει ικανά κίνητρα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ώστε να διευρυνθεί η στήριξη από χορηγίες μη κρατικού χαρακτήρα. Οι υπάρχουσες φορολογικές απαλλαγές ως κίνητρο για τις επιχειρήσεις φαίνεται ότι δεν είναι αρκετές. Θα μπορούσε να θεσμοθετηθεί ένα πλαίσιο που να δεσμεύει τις επιχειρήσεις ώστε ένα μέρος των χορηγιών τους να πηγαίνει σε νεώτερες ομάδες των παραστατικών τεχνών. 
10. Ως προς τη σύσταση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής: Να δημοσιοποιείται η διαδικασία και τα κριτήρια με τα οποία επιλέγονται τα μέλη της Επιτροπής και ο τρόπος με τον οποίο αυτά ανανεώνονται. Εφόσον έχουν δημιουργηθεί οι επιμέρους κατηγορίες που προτείνουμε, καλό θα ήταν να ορίζονται διαφορετικά μέλη της Γνωμοδοτικής Επιτροπής ανά κατηγορία. Δεν είναι εύκολο να γνωρίζει κάποιος σε βάθος όλες τις εκφάνσεις, τις παραδόσεις, τα είδη των Παραστατικών Τεχνών. Και ακόμα, σε πρακτικό επίπεδο, δεν προλαβαίνει να τα παρακολουθεί όλα. Ακόμα και στην Επιτροπή χρειάζεται ένας καταμερισμός σε τομείς.
11. Να υπάρχει μία δημόσια ετήσια έκθεση της Επιτροπής, όπου να εξηγεί πλήρως την πολιτιστική της πολιτική: τα κριτήρια που έθεσε (καλλιτεχνικά, κοινωνικά, οικονομικά) και τις αποφάσεις που παίρνει. Ένα είδος απολογισμού της χρονιάς που πέρασε και ένας προγραμματισμός στόχων και κριτηρίων για τη χρονιά που έρχεται.
12. Να συντάσσεται «σκεπτικό» από την εκάστοτε επιτροπή που γνωμοδοτεί για τις επιχορηγήσεις τόσο για τις ομάδες που απορρίπτονται, όσο και για τις ομάδες που προκρίνονται, αλλά και για τα ποσά που εγκρίνονται ή τις τυχόν αυξομειώσεις τους, Μέχρι τώρα συντάσσεται και αποστέλλεται στην ενδιαφερόμενη ομάδα μονάχα σκεπτικό απόρριψης. Όμως, γιατί να μην συντάσσεται και σκεπτικό έγκρισης; Έτσι ώστε να γνωρίζει η ομάδα σε ποια βάση λαμβάνει την επιχορήγηση, ποιες είναι οι προσδοκίες που εγείρει, ως προς τι ικανοποίησε τα κριτήρια της γνωμοδοτικής επιτροπής, κλπ.; Κι ακόμα, γιατί να μην συντάσσεται και να μην κοινοποιείται το σκεπτικό στις περιπτώσεις των δραματικών αυξομειώσεων, από τη μια χρονιά στην άλλη, των ποσών των επιχορηγήσεων;
13. Φτάνω στο στοιχειώδες: Να δίνονται οι επιχορηγήσεις πριν την πραγματοποίηση των προτεινόμενων παραγωγών και όχι εκπρόθεσμα, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα. Μέχρι τώρα λόγω των τεράστιων καθυστερήσεων επικρατεί ένα αλαλούμ. Κανείς δεν είναι σε θέση να προγραμματίσει με σιγουριά κάτι εφόσον θα μάθει αν επιχορηγήθηκε (και με ποιο ποσό) αφού θα το έχει πραγματοποιήσει∙ κι αν τυχόν δεν το έχει πραγματοποιήσει ελλείψει πόρων και τελικά πάρει επιχορήγηση θα κατηγορηθεί ότι παίρνει χρήματα για μια παραγωγή που τελικά δεν έγινε. Δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Και πως μπορείς να καταθέτεις ακριβή οικονομικά στοιχεία για μια παραγωγή για την οποία ναι μεν επιχορηγήθηκες αλλά, τη στιγμή που την οργάνωνες οικονομικά, δεν ήξερες αν θα επιχορηγηθείς ή όχι. Αυτή η απαράδεχτη πολιτική της καθυστέρησης οδηγεί σε στρεβλούς οικονομικούς απολογισμούς, σε απλήρωτους συνεργάτες (θα πληρωθείς όταν έρθει η επιχορήγηση), σε χρέη και ανασφάλεια. Αν το ΥΠΠΟΤ δεν βάλει τάξη και δεν αποφασίζει πριναρχίσει η σεζόν για τις επιχορηγήσεις, το πρόβληµα δεν θα λυθεί ποτέ.

Τελειώνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι η θεσμοθέτηση ενός ανεξάρτητου φορέα για τις Παραστατικές Τέχνες που να στελεχώνεται από ειδικούς και να έχει ειδικό λογαριασμό προκειμένου να διαχειρίζεται εκείνος το χρήματα που αναλογούν από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για τις Παραστατικές Τέχνες, μοιάζει αυτονόητος στόχος και είναι επιτακτικής ανάγκης. Η κατάργηση του ΕΚΕΘΕΧ –αντί της εξυγίανσής του- μας ξαναπήγε πίσω σε άλλες εποχές. Είθε η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού να εισακούσει κάτι από όλα αυτά και να έχει τη διάθεση και την πυγμή να προχωρήσει σε ριζική αναδιάρθρωση του πλαισίου λειτουργίας των επιχορηγήσεων!
Όμως το Υπουργείο δεν έχει ακόμα προκηρύξει τις αιτήσεις για τις επιχορηγήσεις της τρέχουσας σεζόν 2010-2011, για να μην μιλήσουμε για την εκκρεμή ακόμα αποπληρωμή των επιχορηγήσεων 2009-2010. Μάλιστα φημολογείται η ενδεχόμενη παράκαμψη της τρέχουσας σεζόν. Κάτι τέτοιο θα ήταν τουλάχιστον σκανδαλώδες. Και η επίκληση της οικονομικής κρίσης για να στηρίξει μια τέτοια παρατυπία θα είχε δημαγωγικό χαρακτήρα. Η χώρα δεν είναι σε πόλεμο, ούτε έχει πτωχεύσει. Τα χρήματα των επιχορηγήσεων για τον Πολιτισμό προέρχονται από τους φορολογούμενους πολίτες. Εφόσον η φορολόγηση των πολιτών όχι μόνο δεν έχει σταματήσει αλλά έχει αυξηθεί, θα ήταν παράλογη η μη προκήρυξη επιχορηγήσεων για την τρέχουσα περίοδο. Προσπαθούμε να αναδιαρθρώσουμε τις επιχορηγήσεις και όχι να τις καταργήσουμε. Ο πολιτισμός της σύγχρονης Ελλάδας δεν είναι μόνον η αρχαία κληρονομιά. Ανθηρό μέρος του Πολιτισμού μας είναι οι σύγχρονες Παραστατικές Τέχνες και ως τέτοιες πρέπει να στηρίζονται! Μάλιστα σε περίοδο κρίσης τα πολιτισμικά αγαθά καθίστανται ακόμη πιο πολύτιμα. Γι’ αυτό και δεν θα σταματήσουμε να διεκδικούμε περισσότερα χρήματα για το Θέατρο και τον Χορό από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου