Το ερευνητικό θέατρο στην Ελλάδα σήμερα


Κώστας Κουτσολέλος - Ομάδα Mag 

Ο όρος ''ερευνητικό θέατρο'', συχνά δημιουργεί σύγχυση. Τι σημαίνει αυτός ο όρος ; Ποιες ομάδες κάνουν ερευνητικό θέατρο και ποιες όχι ; Και όταν λέμε ότι ερευνούν, τι ακριβώς ερευνούν ;

     Υπάρχουν πολλές απόψεις για όλα αυτά. Πολλοί ταυτίζουν το ερευνητικό θεάτρο με το devised, -παραστάσεις δηλαδή που δεν χρησιμοποιούν σαν βάση τους ένα θεατρικό έργο, άλλοι το ταυτίζουν με το λεγόμενο ''μεταδραματικό θέατρο'', άλλοι το απλοποιούν και θέτουν κάτω από αυτόν τον όρο όλους τους δημιουργούς τους νέους σε ηλικία, ή τις ομάδες που δεν έχουν χρήματα, σε κάποιους αυτός ο όρος έχει ένα θετικό πρόσημο στο μυαλό τους, ενώ κάποιοι άλλοι τον έχουν συνδέσει με κάτι κουραστικούς και δυσνόητους πειραματισμούς.  Θα ήθελα λοιπόν σε αυτό το σημείο, προσπαθώντας να βάλω μια τάξη σε αυτή την ασάφεια και τη δυσπιστία, να πω τι για μένα σημαίνει ερευνητικό θέατρο, και ποιοι ανήκουν σε αυτό. Κατ' εμέ, αυτό που κρίνει αν μια δουλειά είναι ερευνητική , δεν είναι το αν ανεβάζει ένα θεατρικό έργο ή όχι, ούτε βέβαια η ηλικία των δημιουργών, αλλά τα εξής δύο στοιχεία :

    Πρώτο και βασικότερο, η πρόθεση του δημιουργού.
    Η πρόθεση του δημιουργού κατά την διαδικασία των προβών. Όπου δεν είναι στόχος του να ανεβάσει άλλη μία παράσταση, - ή στην καλύτερη περίπτωση, άλλη μία ωραία παράσταση, αλλά να εξερευνήσει τα όρια του μέσου του, να θέσει ερωτήματα, να αμφισβητήσει τις υπάρχουσες πρακτικές, να ψάξει να βρει καινούριες φόρμες έκφρασης, να κινηθεί σε άγνωστες γι'αυτόν περιοχές, με λίγα λόγια να τολμήσει να θέσει από την αρχή το ερώτημα : τι είναι θέατρο.
   Και βέβαια η πρόθεση του δημιουργού απέναντι στο κοινό, όπου δεν επιζητά να το  
ευχαριστήσει, ούτε να ικανοποιήσει τις προσδοκίες του, αλλά επιζητά την μετακίνηση του κοινού, την μετακίνησή του από τα μέχρι τώρα δεδομένα του,  επιδιώκοντας με αυτόν τον ριψοκίνδυνο τρόπο μια ζωντανή σχέση μαζί του.
    Το δεύτερο για μένα  απαραίτητο στοιχείο που πρέπει να έχει μια δουλειά αν θέλει να ονομάζεται ερευνητική, είναι το στοιχείο της σύγκρουσης, της σύγκρουσης απέναντι στο εκάστοτε θεατρικό κατεστημένο, τόσο καλλιτεχικά όσο και σε άλλα επίπεδα, μια σύγκρουση που δεν πρέπει να μας φοβίζει, ούτε να την θεωρούμε σαν αποτέλεσμα του ιδιόρρυθμου χαρακτήρα των εν λόγω δημιουργών, αλλά σαν απαραίτητο στοιχείο για την εξέλιξη του είδους. Γιατί στο θέατρο, όπως και σε όλες τις τέχνες, τα πράγματα προχωράνε μπροστά μόνο μέσα από τη σύγκρουση και την αμφισβήτηση. Να γιατί πρέπει να στηρίζεται το ερευνητικό θέατρο : όχι γιατί προσφέρει σώνει και καλά όμορφες παραστάσεις, ούτε γιατί κάνει τα θέατρα να γεμίζουν, αλλά γιατί με τα ερωτήματα που θέτει, κρατάει ζωντανό το είδος.
   Μετά από αυτήν την εισαγωγή, θα ήθελα τώρα να μιλήσω για τις ομάδες που επιχειρούν να κάνουν ερευνητικό θέατρο στη θεατρική Αθήνα του σήμερα, μια θεατρική Αθήνα που τα κύρια χαρακτηριστικά της, είναι η υπερπληθώρα παραστάσεων, και η ελλιπής στήριξη του κράτους, τόσο οικονομικά, όσο και από πλευράς οργάνωσης και υποδομής.
 Δύο είναι τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτές οι ομάδες στο έργο τους :
 Το πρώτο, όσο κι αν ακούγεται αυτονόητο ή αφελές, είναι η έλλειψη χρημάτων.  Δεν είναι προτεραιότητα του κράτους η στήριξη της έρευνας στο θέατρο. Ένα πολύ μικρό μέρος των επιχορηγήσεων πηγαίνει σε τέτοιες προσπάθειες.  Και είναι εξαιρετικά δύσκολο για αυτές τις ομάδες να πραγματοποιήσουν σωστά την καλλιτεχνική τους έρευνα, και να μείνουν πιστές σε αυτήν - που σημειωτέον δεν μπορεί να φέρει καρπούς από την μία μέρα στην άλλη-, να τολμήσουν, να πάρουν ρίσκα, να προτείνουν καινούρια πράγματα, να δοκιμάσουν ξανά και ξανά, υπό την αγωνία του πώς θα τα βγάλουν πέρα, υπό την αγωνία του αν έχουν κόσμο. Έτσι βλέπουμε συχνά το φαινόμενο, οι δημιουργοί αντί να επικεντρώνονται στην έρευνα της τέχνης τους, να έχουν ως βασικό στόχο το πώς θα τραβήξουν την προσοχή του κοινού. Κι εδώ θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε : άλλος ο δρόμος του  πώς θα έχω εισητήρια, και άλλος ο δρόμος του να εξερευνήσω το μέσο μου. Και βέβαια θα θέλαμε αυτά δύο να συναντηθούν κάποια στιγμή, γιατί το θέατρο βέβαια είναι ένα δημόσιο γεγονός, αλλά παρόλα αυτά θα πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο στο μυαλό μας ότι μιλάμε για δύο διαφορετικές προθέσεις. Στο κάτω κάτω, και ιστορικά αν το δούμε, οι δημιουργοί που άνοιξαν καινούριους δρόμους, δεν αγαπήθηκαν αμέσως από το ευρύ κοινό. Από αλλού αρχικά βρήκαν στήριξη,
    Επίσης, αυτές οι αντίξοες οικονομικές συνθήκες, επηρεάζουν  άμεσα τις ομάδες και στο καλλιτεχνικό τους έργο, όπως σε θέματα υλικοτεχνικής υποδομής, γεγονός για το οποίο έχουν συχνά κατηγορηθεί, λες και πρόκειται για δική τους επιλογή. Αλλά και στο ότι αναγκάζονται να ανεβάζουν τις παραστάσεις τους συνήθως σε πολύ μικρούς χώρους, και έτσι δεν έχουν εκπαιδευθεί κατάλληλα, όταν τους ζητηθούν θεάματα για μεγαλύτερες αίθουσες, όπως αυτές των φεστιβάλ.
    Εδώ καλείται το κράτος να πάρει μια απόφαση : αν θα συνεχίσει την μέχρι  τώρα πολιτική του, ενισχύοντας μέσω των επιχορηγήσεων θιάσους και χώρους ήδη επιτυχημένους εισπρακτικά και ήδη αναγνωρισμένους, ή θα αντιμετωπίσει το θέατρο σαν τέχνη, με μέλημα πια  την καλλιτεχνική ποιότητα, και την εξέλιξη του είδους. Σε αυτή την περίπτωση, η στήριξη της έρευνας γίνεται βασική προτεραιότητα, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλες τις ανεπτυγμένα θεατρικά χώρες.
   Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα  -και το σοβαρότερο για μένα -,  που αντιμετωπίζουν οι ομάδες του ερευνητικού θεάτρου, είναι ότι οι άνθρωποι του χώρου  δεν έχουν ακόμα πεισθεί για την αναγκαιότητά τους,  για την χρησιμότητά τους μέσα στο υπάρχον πλαίσιο. Πολλοί δε, θεωρούν αυτές τις ομάδες ως ένα περιττό στοιχείο του χώρου, που μόνο αναστάτωση φέρνει. Και οι παραστάσεις αυτών των ομάδων, συχνά δεν αντιμετωπίζονται σαν μία συνειδητή και συγκεκριμένη θεατρική πρόταση, αλλά μάλλον σαν μια προσωπική ιδιορυθμία του εκάστοτε δημιουργού, ή άλλοτε σαν μια  νεανική τρέλα.  Επίσης, το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές τις ομάδες δεν ανεβάζουν θεατρικά έργα, δεν χρησιμοποιούν τα αιώνια, κλασικά κείμενα, λειτουργεί με έναν περίεργο τρόπο εις βάρος τους, λες και δεν υπάρχει χώρος στην θεατρική Αθήνα και για τα δύο, λες και είναι εύκολα δουλειά να γράψεις και να βρεις κείμενα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ερώτηση που συχνά τίθεται σε αυτές τις ομάδες : ''Πότε επιτέλους θα ανεβάσετε ένα έργο?'', ερώτηση που ναι μεν εγείρει ενδιαφέροντα καλλιτεχνικά ερωτήματα, δεν την έχουμε όμως δει ποτέ αντιστραμμένη, δηλαδή να ρωτάται ένας καταξιωμένος σκηνοθέτης ''Πότε επιτέλους θα κάνετε κάτι άλλο πέρα από ένα θεατρικό έργο?''. Με λίγα λόγια η ερώτηση αυτή σημαίνει : ''Εντάξει, αρκετά παίξατε. Θα ωριμάσετε επιτέλους τώρα?''. Δεν ξέρω τι σημαίνει ωριμότητα στο θέατρο, και γενικότερα στη τέχνη, ξέρω όμως ότι ακριβώς αυτή η <<ανωριμότητα>> των εν λόγω δημιουργών,  κρατάει ζωντανό το είδος, ακόμα και αν σε κάποιες περιπτώσεις έχει όντως στοιχεία υπερβολής ή αφέλειας. Γιατί και βέβαια μέσα σε αυτόν τον χώρο του ερευνητικού θεάτρου, υπάρχουν παραστάσεις που δεν είναι καλές, με λάθη, υπερβολές, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις παραστάσεις του κλασικού θεάτρου ; Στο κάτω κάτω ο πειραματισμός εξ'ορισμού  φλερτάρει και με την αποτυχία. Μόνο κάτι νεκρό δεν έχει λάθη. Και τέτοιου είδους ερευνητικές προσπάθειες δεν μπορούν να κρίνονται με όρους 'καλή', 'κακή', 'μ'άρεσε', 'δεν μ'άρεσε', αλλά από την πρόταση που καταθέτει επί σκηνής η εκάστοτε ομάδα, από την πρόθεσή της, ακόμα και αν δεν λειτούργησε πλήρως. Πολλές φορές έχουν κατηγορηθεί αυτές οι ομάδες για ερασιτεχνισμό, για παλιμπαιδισμό, για ναρκισσισμό, για έλλειψη αυθεντικότητας, για εντυπωσιασμό, για πειραματισμούς που δεν οδηγούν πουθενά. Τους ζητείται λοιπόν να παρουσιάσουν ένα έργο άρτιο, αυθεντικό, ολοκληρωμένο, ώριμο, που να πηγαίνει το ελληνικό θέατρο ένα βήμα μπροστά. Πώς θα συμβεί αυτό; ; Έτσι, στα καλά καθούμενα, θα συμβεί αυτό το θαύμα; χωρίς χρήματα; χωρίς κρατική υποστήριξη; χωρίς χώρο; χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση; χωρίς βοήθεια από την παλαιότερη γενιά; χωρίς τη στήριξη των θεωρητικών και των κριτικών;  με την δυσπιστία να τους περιμένει σε κάθε τους βήμα;
Η λογική που επικρατεί αυτή τη στιγμή είναι η εξής : πρώτα θα τα καταφέρετε εσείς, καλλιτεχνικά και εισπρακτικά,  και μετά εμείς θα σας στηρίξουμε. Όχι, δεν είναι αυτή λογική, αν θέλουμε να μιλάμε για πολιτιστική πολιτική. Θέλει φροντίδα από την αρχή, αν θέλεις κάποια στιγμή να έχεις καρπούς. Και κάποιος αν τύχει από μόνος του να τα καταφέρει, θα είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Θέλει αλλαγή όλου του πλαισίου και της νοοτροπίας, αν θέλουμε το ελληνικό θέατρο να είναι σύχρονο, ζωντανό, και ανταγωνιστικό σε διεθνή κλίμακα.
 Εκτός από τα δύο αυτά βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ομάδες του ερευνητικού θέατρου σήμερα, θα ήθελα να αναφέρω εν συντομία και μερικά άλλα, όπως :
-     την σχεδόν παντελή έλλειψη εκπαίδευσης στις θεατρικές σχολές πάνω στο σύγχρονο θέατρο, τόσο από την πλευρά των ηθοποιών, όσο και από την πλευρά των δημιουργών.  Να αναφέρω εδώ, ότι και οι καταξιωμένοι σκηνοθέτες του ερευνητικού θεάτρου, δεν δείχνουν προθυμία να μεταδώσουν την γνώση τους στους νέους δημιουργούς, ούτε να βοηθήσουν με οποιοδήποτε τρόπο τις νέες ομάδες.
- το θέμα των θεατρικών χώρων, όπου συχνά οι ομάδες αυτές καλούνται να πληρώσουν αδιανόητα ποσά για να παρουσιάσουν τις παραστάσεις τους, έξοδα που από τη φύση της δουλειάς τους, είναι πολύ δύσκολο  να τα καλύψουν. Είναι φανερή η έλλειψη ενός χώρου, ο οποίος θα στηρίζεται από το κράτος, και όπου εκεί οι ομάδες θα μπορούν απρόσκοπτα και σε βάθος χρόνου , να πραγματοποιούν την έρευνά τους.   Να σημειώσω εδώ την αξιέπαινη προσπάθεια κάποιων χώρων, να στηρίξουν από μόνοι τους τέτοιες ερευνητικές προσπάθειες, - χωρίς οικονομικά οφέλη στην ουσία -, όπου χωρίς αυτή τη  στήριξη, ομάδες με ενεργό παρουσία στον ερευνητικό χώρο, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να επιβιώσουν.
-    την έλλειψη ενός κριτικού λόγου  - με κάποιες βέβαια μεμονωμένες εξαιρέσεις. , ο οποίος θα παρακολουθεί σταθερά την πορεία αυτών των ομάδων, θα κατανοεί τις προθέσεις τους, και θα τους δίνει το απαραίτητο feedback για να προχωρήσουν καλλιτεχνικά,  Επίσης, να αναφέρω τη συχνή αμηχανία της κριτικής μπροστά σε υβριδικά θεάματα, θεάματα δηλαδή που δεν είναι αυτό που λέγεται 'μία κανονική θεατρική παράσταση', αλλά μπλέκουν το θέατρο με τον χορό, τα εικαστικά, ή την  performance.
-    την δυσκολία που έχουν οι ερευνητικές ομάδες να συναντήσουν το κοινό τους, μέσα σε αυτή την υπερπληθώρα παραστάσεων και χώρων, και μέσα σε αυτή την σύγχυση γύρω από το ερευνητικό θέατρο, δυσκολία που επιτείνεται από την έλλειψη ενός εξειδικευμένου εντύπου γύρω από το θέατρο, και μάλιστα που θα ειδικεύεται στο σύγχρονο θέατρο, καθοδηγώντας το κοινό που ενδιαφέρεται να δει τέτοιες παραστάσεις.
-    και τέλος την έλλειψη δικτύωσης με φορείς και ομάδες του εξωτερικού, που δεν τους επιτρέπει να έρθουν σε άμεση επαφή με τα σύχρονα θεατρικά ρεύματα.
   Το τι θα μπορούσε να γίνει για να αλλάξει το σημερινό πλαίσιο, είναι αντικείμενο μεγάλης συζήτησης, αν βέβαια έχουμε όλοι πειστεί ότι πρέπει να αλλάξει το πλαίσιο. Θα ήθελα παρόλα αυτά, να κάνω μερικές προτάσεις :
1ον.  Να θεσμοθετηθεί  ειδική κατηγορία έρευνας η οποία να λαμβάνει συγκεκριμένο ποσοστό επί των επιχορηγήσεων του ελεύθερου θεάτρου. Έτσι ώστε να μην βλέπουμε το φαινόμενο, η μια επιτροπή να στηρίζει ερευνητικές προσπάθειες, και η άλλη όχι. Τέτοια θέματα είναι θέματα πολιτικής, όχι προσωπικού γούστου.
2ον. Να δοθεί ένας χώρος στις ομάδες του ερευνητικού θεάτρου, και μάλιστα με ένα βάθος χρόνου, όπου εκεί θα μπορούν να κάνουν την έρευνά τους, και να παρουσιάζουν τις παραστάσεις τους, χωρίς το άγχος του ενοικίου, και να κρίνεται στο τέλος αν παρήγαν καλλιτεχνικό έργο, και ποιό ήταν αυτό. 
3ον. Η διοργάνωση ενός φεστιβάλ ερευνητικού θεάτρου, με την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, που θα λειτουργεί σαν τόπος συνάντησης δημιουργών, θεωρητικών, και του κοινού που ενδιαφέρεται για τέτοια θεάματα.
4ον. Να υποχρεώνονται οι θεατρικοί  χώροι που επιχορηγούνται από το Υπουργείο Πολιτισμού, εκτός από την διοργάνωση των δικών τους παραγωγών, να φιλοξενούν στον χώρο τους άστεγες ομάδες του ερευνητικού θεάτρου. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με τα ΔΗΠΕΘΕ, - ένας θεσμός ιδιαίτερα προβληματικός-, όπου ίσως έτσι να αποκτούσαν επιτέλους ένα χρήσιμο ρόλο στο ελληνικό θέατρο.
5ον. Η σύνδεση των  Θεατρικών Πανεπιστημίων με τη σημερινή θεατρική  παραγωγή.  Απ' όσο ξέρω, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καν ένα μάθημα, για το τι συμβαίνει στο σύγχρονο θέατρο, στην Ελλάδα, τώρα. Θα μπορούσαν τα Πανεπιστήμια να κάνουν μια χαρτογράφηση του σημερινού ερευνητικού χώρου. Ή και να εμπλακούν ενεργά στην διαδικασία έρευνας αυτών των ομάδων (για παράδειγμα στο πλαίσιο των πρακτικών των φοιτητών).
      Κλείνοντας, ήθελα να πω ότι όλες οι παραπάνω προτάσεις, είναι στην ουσία αιτήματα προς το κράτος. Το αν θα αλλάξει την νοοτροπία του το κράτος, κανείς δεν το ξέρει. Το πιθανότερο είναι πως όχι. Πόσο μάλλον με το άλλοθι της κρίσης. Το ζήτημα είναι τι μπορούν μόνες τους να κάνουν οι ομάδες του ερευνητικού χώρου. Και αυτό που μπορούν σίγουρα να κάνουν και να φέρει αποτελέσματα είναι να συσπειρωθούν, να άρουν την δυσπιστία του ενός για τον άλλον, να βάλουν στην άκρη τις όποιες αισθητικές διαφορές τους, να δουν αυτά που τους ενώνουν και όχι αυτά που τους χωρίζουν, να αλλάξουν την χρόνια νοοτροπία που επικρατεί στο ελληνικό θέατρο, όπου ο καθένας νοιάζεται μόνο για την προσωπική του διαδρομή, μόνο για την προσωπική του επιτυχία, και δεν βλέπει τον εαυτό του μέσα σε ένα συνολικότερο πλαίσιο.  Γιατί νομίζω ότι έχει περάσει πια η εποχή των προσωπικών θριάμβων, των προσωπικών αριστουργημάτων, των χαρισματικών σκηνοθετών, που αυτοί και μόνο αυτοί έχουν το κλειδί της γνώσης . Αν θέλουμε να αλλάξουμε τον τρόπο που μας αντιμετωπίζει ο χώρος, αν θέλουμε να καλυτερέψουμε τις συνθήκες που κάνουμε τη δουλειά μας, αν θέλουμε να προχωρήσουμε καλλιτεχνικά και να συναντήσουμε το κοινό μας, είναι κάτι που μου φαίνεται αδύνατον να το επιτύχει ο καθένας μόνος του.
     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου